20.10.07

Η συνέχεια

7.10.07

Riders on the storm

δηλώσεις


"Το ΠΑΣΟΚ υπέστη εκσυγχρονιστική μετάλλαξη".

ταγκ: :P

4.10.07

Η


σαν τη μυρωδιά πρωινού καφέ, η διαδικασία γνωστή.

σαν το πρώτο φως π'αντικρύζουν τα μάτια κάτω απ΄τα βλέφαρα πριν ακόμα ξυπνήσεις.

τ'ανοιγοκλείνεις με μιας

με φορά να κοιτάν προς τα μέσα

όπως τώρα.

στον πίσω καθρέφτη.

κι ερώτηση, μια και μόνη της.

;



3.10.07

.





.

26.9.07

Exit

Να γείρω το κεφάλι μου ήσυχη.
Ματώνουν τα μάτια μου πίσω από σιδερένιες σκιές οριζόντια στοιχισμένες.
Στεγνά..

Και δεν φτάνει χώμα να βρέξει η μια μου σταγόνα.

Σε καταβρόχθισαν πρωταγωνιστή πριν παίξεις κάτι αλλιώτικο από πρόβα, απόψε.
Τόση αναμονή, χαμένη.
Κι ο κόπος για το πολυπόθητο χειροκρότημα, χαμένος.
Τώρα κομπάρσοι στη σκηνή, σου κλέψαν τα φώτα.
Κοιμήσου..

19.9.07

Le Vent Nous Portera

no words left
but a ride with my flying carpet

11.9.07


πειράζει που είμαι ακόμα στο θέατρο;
λέω πως όχι. θα μείνω και σήμερα εκεί.
μες τη νυχτα, με μουσικές κι ένα σωρό ταξίδια
από αύριο βλέπουμε

εντάξει, ίσως το παράκανα κι εγω

αλλά να ξυπνάς με φαντάσματα..
κάπως απότομο.


11.9.01

7.9.07

Η πέτρα

Αρχή να βαφτίσουμε πράγματα.
Καινούργια γλώσσα γίνεται ο κόσμος.

Αμυχές


Σα να πέθανες είναι.
Και που είσαι εδώ κι όταν δεν είσαι,
σα να πέθανες είναι.





28.8.07

Ξεκινώντας από το σπίτι το πρωι βάζω ν' ακούσω Δίεση.

Ενημερώνομαι για τις προσκλήσεις που δίνουν και παίρνουν για τα προεκλογικά πάρτυ σε νυχτερινά κέντρα της παραλίας.

Φαντάζομαι ματωμένες λευκές σελίδες με κατακόκκινους φιόγκους να πετάνε μπροστα μου και να κολλούν στο τζάμι του αυτοκινήτου

Κάποιες σκέψεις της πασχαλίτσας μου κράτησαν συντροφιά μέχρι το γραφείο.

25.8.07


Δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό.
Δεν μπορεί.

23.8.07

Ανισόπεδα


Μια ιστορία που χτίστηκε
όπως να ΄ναι για ν'ακουμπήσει
ο χρόνος
κι είναι αυτό το τέλειο
έγκλημα η καθημερινότητα..
Έμεινε μόνος κι ακίνητος μες
στο σκοτάδι από φόβο μην αγγίξει τη σιωπή τους ..

...Όποιος γερνάει μόνος του ακούει τις πέτρες να μιλούν..



22.8.07

Αταίριαστα



Κουρασμένος απ'τον έξω κόσμο
ξαναμπαίνει κάποτε στο δέρμα του..


16.8.07

Ψέμματα



μια φορά προσευχήθηκες, όχι πως πίστεψες και ποτέ.
απλώς δεν έμενε και τίποτα άλλο.


τώρα γελάς και λες εγώ είμαι εδω.
χθες όμως ήμουν;
χορός που δεν μπορείς να σταματήσεις οι σκέψεις
χθες
ναι, τώρα δεν μπορείς.

φύλλα ημερολογίου οι μέρες που γυρνάν και τώρα σίγουρα δεν συμβαίνει τίποτα.
όσο και να τρέξεις

μόνο μουσικές, μουσικές και λευκά φουσκωμένα πανιά ξετυλίγονται
ταξιδεύουν ίσως για πρώτη τους φορά τόσο γρήγορα.

κι ούτε μπροστά σου να κλάψεις μπορείς.
ούτε αυτό. όρθιος σκοπός που ξεπήδησε από πίνακα.
κάηκα μέσα σ'εκείνη τη φύση που έτρεχα να της ξεφύγω ξενυχτούσα με το κλάμα των δέντρων.

και τώρα εδώ. για όσο.
πόση ειρωνεία;
.

και έδειχνα να πιστευω τόσο την αλήθεια που κρατούσα κρυμμένη
θα 'θελα να πιστευω.
θα 'θελα.

θα 'θελα να μην έφευγα όταν οι σκέψεις σου πλησίαζαν απειλιτικά κοντά μου.
θα '΄θελα και σ'ένα ποστ να ήμουν πιο ξεκάθαρη. για μια φορά.

τώρα δεν με νοιάζει.

τόσο μπορώ.
εκείνο το λυπημένο βράδυ

είχα με τη ζωή μου να κάνω.
είχα με μ'ενα να κάνω και τώρα ακόμα πιο πολύ.
ήμουν και είμαι κατά βάθος εγώ.
όχι αλλος, κανείς άλλος

σέρνω σε τσουβάλι τις μνήμες και τραγουδώ τον ήχο του
με το χέρι σου στο μαγουλό μου
πεθαμένες λέξεις. σιχαμένες λέξεις
όσο μ'άγγίζω πονάω.
κι είναι άλλος ο πόνος αυτός
χειρότερος

ο ορός μου είχε για μέρες χρώμα μπλε μα κανένας γιατρός δεν το είδε.
έτσι ήρθα.


τελικά ξέρω να λέω ψέμματα, με συγχαίρω

δείκτες


Δρόμοι που χάθηκα,
γωνιές που στάθηκα,

δάκρυα που πίστεψα,

παιχνίδια στο νερό.

πικρό το βράδυ φτάνει.


14.8.07

Οι διακοπές κάνουν καλό



Διακοπές χωρίς εγχειρίδιο, τί σόι διακοπές μπορεί να ΄ναι;
Όποιος ξέρει, ας πει.
Γιατί οι διακοπές, κάνουν καλό.

9.8.07


μια ακόμα.

6.8.07


Ήταν ήδη τρεις και το γνωστό μπαρ θα έκλεινε σε περίπου δεκαπέντε λεπτά.
ίσα ίσα προλαβαίναμε για ένα τελευταίο σφηνάκι.
Η Ε. έβαλε σε όλους.

-Θα φύγεις τελικά;
-Δεν έχω ιδέα.
-Και πότε θα μάθεις;
-Καμία ιδέα.
Γέλασε, δεν άκουσε και κάτι καινούργιο.

Αγκαλιαστήκαμε κι είπαμε καληνύχτα.
Αλλάξαμε δρόμους.
Θα τα λέγαμε ξανά..όποτε.

λέω απόψε θα κοιμηθώ με το τραγούδι που με ξυπνάει,
θα ανάψω γύρω σου κεριά
και θα κάτσω δίπλα σου.
με τα δυο μου χέρια θα σε κρατώ απ΄τους ώμους.
θα τα τυλίξω έπειτα γύρω σου..
.. στην τελευταία σου ανάσα
..θα μείνω να παρατηρώ τα μελανιασμένα σύν νεφα
στα παγωμένα σου μάγουλα
..απόψε
δεν θα συμβαίνει τίποτα.


όταν μείναμε οι δυο μας πλησίασε, μου χάιδεψε τον ώμο και μου ψιθύρισε στ'αυτί:

"να πας"
έρχομαι λοιπόν.

Γ. Σταύρου
"Θεσσαλονίκη"

5.8.07

Radiohead - Creep

I wish I could

come

closer

4.8.07

κρυφά

-να σ'αγαπήσεις.
-μα..
-κι άλλο,
πιο πολύ

να θυμάσαι
δεν είναι καθετί μεγάλο απαραίτητα κακό

και πρέπει να 'ρθεις τόσο κοντά,
και είμαι τόσο μακριά από εμένα.

που, πως;

πως, πως;

--


2.8.07

Σκέψεις


Η πρώτη σκέψη της μέρας που ξεκίνησε ήταν να ξαναδώ με τα μάτια μου
πως λιώνει στην άκρη ο χρωματιστός αυτός χρόνος, ο χρόνος που πέρασε.

Δεν τον ακούω μέσα μου εδώ και κάποια λεπτά.

σκέψη δεύτερη..
την αφήνω στο κρεββάτι.

σκέψη τρίτη
μ'ακολούθησε τελικά.


Σαν μεσημέριασε για τα καλά, μας σέρβιρε όλους όπως κάθε μέρα, με περισσή ευχαρίστηση.

Έστεκε μέσα, πίσω απ'το πάσο της κουζίνας και περίμενε να ολοκληρώσουμε, όπως κάθε μέρα.

Όταν μας είδε να αρχίζουμε ο καθένας τη δική του κουβέντα πλησίασε διστακτική.
Δεν μίλησε σε κανένα και με κινήσεις μηχανικές που όσο κι αν παρατηρούσα μήπως βρω μια αλλιώτικη, βαθειά μέσα μου ήμουν σίγουρη ήμουν πως πάλι θ'απογοητευόμουν.
Όλα ηταν ένα χθες, μα ταινία σ'επανάληψη.

Το ξύλινο τραπέζι καθαρό πια, όπως πριν.
Ακούμπησε τον καφέ και το παγωμένο νερό μου στα δεξιά.

Είχε από ώρα ξεκινήσει να φυσσά στο μπαλόνι.
Οι υπόλοιποι έκαναν να πάνε μεσα.
Εγώ παρέμεινα εκεί να χαζεύω απέναντι τον πίνακα.
Να σκοτεινιάζει ο ουρανός και μαζί του το βλέμμα και τα δυο σε κορνίζα.

Σκέψη τέταρτη ξυλώθηκε σαν κλωστή που με βία τραβάς και κόβεις για να ξεκινήσεις να μπαλώνεις μετά.

Σκέψη πέμπτη οι δυο μας πάλι.

Κάπου πριν το έξι ξαφνιάζομαι.
Ανοίγει η πόρτα που λίγο πριν έκλεισαν.

Διακριτική όπως πάντα, με ρώτησε αν μπορεί να καθήσει κοντά μου.
δεν είχε υπάρξει φορά να της αρνηθώ.
δεν είχε υπάρξει στιγμή να μ'ενοχλήσει.
με ένα πολύ ιδιαίτερο τρόπο όποτε βρισκόμασταν μόνες με ηρεμούσε πολύ.
κατάφερνε να διώχνει σκούρα σύννεφα και σκέψεις σαν να κρατούσε μαγικό ραβδί.
μόνο με εκείνη την ηρεμία..

Θέλω να πάω ένα ταξίδι.
Τώρα νοιώθω σαν να βρίσκομαι σε άδεια ένα χρόνο.. σαν να μην έχω σκοπό να γυρίσω πίσω.
Κι απ΄την άλλη νοιώθω πως οι εκκρεμότητες είναι τραγικά πολλές κι εγώ σκορπώ τον καιρό μου σαν να μην είναι δικός μου καιρός"

Η κατάληξη που είχε η σκέψη αυτή μου έφερε ένα βάρος που κουβαλάω ακόμα"

Στην έβδομη σκέψη, σιγουρεύτηκα πως κάπου κλείνει η πόρτα αυτού του κόσμου.

σκαλίζοντας το μωσαϊκό,

ξεπηδούν εναλλακτικές,

κολλάς τα χείλη στο τζάμι

να ρουφήξεις λίγο αέρα απ' τον έξω

σαν αποσκευή που κανείς δεν αναζήτησε

κάνεις κύκλους παρατημένος σε κάποιο ιμάντα

σφραγισμένος, δεμένος σφιχτά

κάθε αργή στροφή του παλιού ξύλινου ανεμιστήρα

σαν αγκίστρι που σε τραβάει απ'την κοιλιά σε κάθε σου κίνηση

να μείνεις εδώ, ακούς;

άλλη μια μέρα σήμερα,

θα τα καταφέρεις, θα δεις.



ένα zero ποστ

1.8.07

Τετάρτη, 1


Oλοένα τ' άλογα μασούν λευκά σεντόνια κι ολοένα εισχωρούν θριαμβευτικά μέσα στην Aπειλή.

Δρυς, οξιές, βαλανιδιές, ακούω να σέρνονται στη σκεπή της παλιάς καρότσας όπου ρίχθηκα όπως όπως να φύγω.

Ξαναπαίζοντας ένα έργο που γυρίστηκε κάποτε στα κρυφά και πάλιωσε χωρίς να το έχει δει κανένας.

Γρήγορα. Προτού ξεθωριάσουν οι εικόνες. Ή σταματήσουνε άξαφνα κι η ταινία η φθαρμένη κοπεί.

29.7.07




1

κουε


-Να σας ρωτήσω, το τρώτε το χοιρινό;
-Η αλήθεια είναι πως το αποφεύγω, με δυσκολεύει στην πέψη.

27.7.07

26.7.07

ΕΚΕΙΝΟΣ




θα είναι η πιο ζεστή μέρα του καλοκαιριού και θα φοράω το καινούργιο μου μαύρο φουστάνι. θα ΄χω βάψει τα μαλλιά μου μαύρα κι αυτά και θα ΄χω πιάσει τα μισά ψηλά γιατί ζεσταίνομαι. θα με παρατηρείς να περιφέρομαι στο παραγεμισμένο μαγαζί αναζητώντας λίγη ησυχία κάθε που θα βαριέμαι αφόρητα. θα μου κλείνεις το μάτι συνομωτικά όταν δεν μας βλέπει κανείς κι όταν δεν θα 'χω πλησιάσει καθόλου να σου μιλήσω από κοντά θα βρεις μια ευκαιρία να μου αφήσεις δυο λόγια αληθινά σε μια απόδειξη πάνω στ'αμάξι.

θα το δω φεύγοντας.

θα 'χεις δυο χειμώνες τον αριθμό μου και δεν θα ΄χεις πάρει ποτέ. ούτε κι εγώ. κάθε που αλλάζω θα στον δίνω και τα δύο επόμενα καλοκαίρια θα με γεμίζει χαρά κάθε που θα το σκέφτομαι. άλλωστε εμείς είπαμε, θα συναντιώμαστε τυχαία.

θα πίνουμε μαζί το τελευταίο σφηνάκι ώσπου να μην μπορούμε πια να το κάνουμε και θα βλέπουμε μαζί το ξημέρωμα παίζοντας με την άμμο.

θα αφήσεις τους φίλους σου στο μαγαζί για να με πας σπίτι τότε που είχα πιει πολύ και μέχρι να βγω απ'το μπάνιο θα ΄χεις φύγει.

δεν θα με φέρεις ποτέ σε δύσκολη θέση. εγώ θα το κάνω.


θα σου λέω μικρά πραγματάκια που θα σου φαίνονται σημαντικά και θα μου δίνεις τα μεγάλα δικά σου λίγο λίγο τη φορά.

δεν θα με φοβάσαι ούτε εγώ εσένα γιατί μάλλον είμαστε άνθρωποι τέτοιοι που όταν μπορέσουν σε καθρέφτη να δουν ξεδιπλώνονται.


θα μου δώσεις το πιο γλυκό φιλί των τελευταίων χρόνων στο μάγουλο και θα με πεις ψυχή σου που άλλα τόσα θα το θυμάμαι.

θα σε προσέχω όπως μπορώ για όσο και ότι θα δεις από μένα θα 'ναι μονο εγώ.

αυτό στο υπόσχομαι


θα γελάσεις με την αντίδρασή μου όταν κάποιον χρειάστηκε μια φορά να αποφύγω και θα μου πεις πως οι ουρές μου παραείναι πολλές.

θα γελάσω πολύ μ'αυτό.

θα φύγω γρήγορα για το σπίτι εκείνο το βράδυ και θα κάτσω να γράψω ένα σωρό σκέψεις γιατί φοβάμαι πως θ'αρχίσουν σαν πεταλούδες να τρέχουν απ'το στόμα.

κάτω απ'το μαξιλάρι μου έχω τις πιο ζεστές εικόνες
el

25.7.07

5,5



είχε σκύψει να την βοηθήσει να δέσει το κορδόνι της.

-πως τα καταφέρνεις μια ζωή να αγοράζεις παπούτσια που δεν μπορείς να φορέσεις;

-μ'αρέσει να τα βλέπω.

όλες οι κινήσεις αργές, με ευλάβεια εκείνη σκυμμένη στα γόνατα να προσπαθεί ακόμα.

άθελά της την πόνεσε για μια στιγμή και μια φωνή πάγωσε την εικόνα.

-βρε μπαμπά με πονάς!

-......

ακολούθησαν κάμποσα δευτερόλεπτα σιωπής

-άκουσες;

-άκουσα.

.....

24.7.07

freedom

23.7.07

Gynaika

22.7.07

στη διαδρομή





εξερχόμενες ελπίδες φτερουγίζουν παίζοντας κρυφτό ανάμεσα σε φύλλα και κλαδιά στην μουριά της απέναντι πλατείας.

βουτιά πνιγμένη κολυμπώντας πλαι σ'ηλεκτροφόρα καλώδια, στριμωγμένη.


εικόνες απ'την τελευταία παράσταση, καρφιτσωμένες μαζί με τις υπόλοιπες αποδείξεις στα δεξιά της ταμειακής


γονατιστή κρυφοκοιτά η ζωή σχηματίζοντας λέξεις με χνώτα στο τζάμι

"θα ΄ρθεις..;"


στον απέναντι καθρέφτη κυλάν δυο σειρές ουράνια τόξα..


"ΣΥΝΕΛΘΕΤΕ..ΕΧΟΥΜΕ ΠΟΛΕΜΟ ΕΔΩ" ..ακούς από μια φωνή από κάπου στο βάθος και γεμίζει ξανά το ποτήρι σου κόκκινο, γλυκό κρασί.

19.7.07

tales

όταν καταλάβεις πως σε προφύλαξε η ζωή από κάτι χειρότερο
δεν μπορείς παρά να νιώθεις





ευγνωμοσύνη

16.7.07

ανάγλυφη μνήμη




Μ'ένα φύσημα εμφανίστηκες
λες και κάποιος σ'έσπρωξε και βρέθηκες εδώ, από λάθος
σαν κουρασμένος ξένος μ'εκείνο τ'αλλόκοτο περπάτημα
έψαχνες μια γωνιά να την κάνεις δική σου

σκοπός
κανένας

τρέχει ο ιδρώτας και φτάνει στα πόδια σου
μπλεγμένος μ'άλλα λιποειδή σου που
σ'ενα ωκεάνιο κύμμα φορτώνεις
σε μια γιαλάδα να σβήσουν
ξεκινώντας το κατηφορικό τους ταξίδι.
το μακρινό,

εντός σου

τρέχουν

μπροστά σου

όλα διαφανή μοιάζουν

τώρα μου λες

ι έφταιξε;
-η ομορφιά, μπορεί,
η αλήθεια ίσως
.

πόσο μοιάζουν αυτα τα δυο

15.7.07

οι άγνωστοι εμείς





....
πως με λένε;
αλήθεια δεν θυμάμαι.

ούτε αν ποτέ είχα κάποιο θυμάμαι
πάνε χρόνια από τότε που κάποιος με φώναξε
και δεν μιλώ πια παρά μόνο σαν βρέχει
τότε που πιάνουμε την κουβέντα με μια στάλα βροχή
σαν φίλοι παιδικοί που ξέρει ο ένας τον άλλο καλύτερα απ'τους ίδιους
εκείνη ίσως ξέρει να σου πει

μπορεί να τη δεις να 'ρχεται να κουρνιάσει ξανά στο λαιμό μου.
να προλάβεις πριν σβήσει όπως κάθε ξημέρωμα.
την περιμένω απόψε..

σε γρατζουνάν τα στάχια στο κεφάλι
μα πια δεν πονάς
μόνο σκουπίζεις με τις στεγνές άκρες των δακτύλων σου το αίμα
και ζωγραφίζεις κόκκινα πουλιά στο λιγοστό χώρο στον τοίχο σου
που είναι ακόμα λευκός.

.....

θα αφεθείς στον αέρα
ένα βράδυ γλυκό σαν και τούτο
και κάθε που φυσσά θα ταξιδεύετε αγκαλιά..


θα σου απλώσω το χέρι μια νύχτα και θα δεις που θα φύγουμε
μακριά θα πάμε.. εκεί που γεννηθήκαμε μια αυγή σ'ένα θαύμα
και θα ΄ναι όμορφα.
στο υπόσχομαι.

μην κλαις μόνο.
θα κλάψουμε μαζί μια μέρα για όλα
να το θυμάσαι
είναι ότι έχεις να κουβαλάς για να φτάσουμε.

είμαι εγώ
που είμαι για σένα



"Σαν τους θαυματοποιούς
που όλη τη μέρα χαρίζουν τ'όνειρο στα παιδιά
και το βράδυ γυρίζουν στις σοφίτες τους
πιο φτωχοί κι απ΄τους αγγέλους".




Tear - The Smashing Pumpkins

13.7.07

Ανατομία ενός εγκλήματος: Μάθημα 1ο

-Κλείσε το blog γιατί θα σε κάνω εγώ να το κλείσεις!!

-Προλαβαίνω να ανεβάσω ένα τελευταίο;

"Na Ponta dos Pés"

11.7.07

3M

























τρίτη συνεχόμενη μέρα που ξυπνάς από το ίδιο όνειρο. τί συμβαίνει;
ανοίγεις τα μάτια δειλά,τα άνοιξες άραγε;
θόρυβος σε μαύρο φόντο..
δέντρα να μαστιγώνονται απ'τον αέρα με μανία
να πλημυρίζουν το σκοτάδι θόρυβο. ξύπνησες άραγε;
τα ξανακλείνεις.
γυρνάς απ'την άλλη σαν να θες να μοιράσεις το βάρος.
πονάει το στομάχι σου, νιώθεις κάτι σαν γρατζουνιά.
να σηκωθείς. να βραχείς θες. κατι σαν..
θυμάσαι τ'όνειρο. μια φιγούρα στέκεται ακριβώς απέναντί σου,
σε μέρος άγνωστο και σκοτεινό, ό,τι μπορούσες να δεις μέσα στο λίγοστό φως ενός ξεχασμένου κεριού σε μια γωνία. σε κοιτά χωρίς να μιλάει. κατευθείαν στα μάτια.
μια ανάγκη σε σηκώνει γρήγορα. να βραχείς θες.
ίσως σ'άνακουφήσει.
σχηματίζεις αριθμούς.. μα σταματάς.
το σκέφτηκες.
και σταμάτησες ήδη.
μάλλον δεν είναι καλή ιδέα.
το κλείνεις και το κρύβεις απ'τα μάτια σου. στο συρτάρι κι αυτό.
προσπαθείς να σηκωθείς και κρατιέσαι απ'το τοίχο, μένεις για λίγο έτσι.
δεν έπρεπε να είχες κοιμηθεί τόσο.
χωρίς ν'ανοίξεις τα φώτα βρίσκεσαι με αργές κινήσεις κάτω απ΄το νερό.
για μια στιγμή, νομίζεις πως νιώθεις λίγο καλύτερα.

10.7.07

εκείνη

























με κοιτάς;
με κοιτάς;
με κοιτάς

δες πόσο της μοιάζω.
δες πόσο τρομάζω κάθε που την βλέπω
να χτυπά μια στο ταβάνι
και μια στο πάτωμα
με δύναμη χοροπηδά
και σαν κουραστεί,
ήσυχη έρχεται να βολευτεί πάλι στον ώμο μου

την βλέπεις κι εσύ, έτσι δεν είναι;
βγήκε ξανά στο δρόμο.
στηριγμένη στις μύτες των ποδιών της

στέκομαι.
σκύβω το κεφάλι στο πλάι να κλέψω άλλο ένα χάδι
κι απλωμένες βρίσκω στα κάγκελα μια σειρά υγρές λέξεις

έλα να παίξουμε ένα παιχνίδι.
θα μ'αφήσεις να διαλέξω πρώτη;

πρώτα θα κρυφτώ
ύστερα θα σημαδέψω
στο αριστερό σου ημισφαίριο
κρύφτηκα

πάμε ξανά

Sleeping With Ghosts

6.7.07


καμιά φορά ακολουθώ μια λεπτή μπλε γραμμή από ψηλά
πως καταλήγει στη θάλασσα,

εκεί βλέπω όλη εμένα
είμαστε ό,τι έχουμε .. χνούδι

στο γραφείο


είναι τόσα που πρέπει να κάνω, τόσα πολλά που πρέπει να γίνουν
κι εγώ αναρωτιέμαι να γράψω τίποτα ή να ανάψω τσιγάρο?
μήπως να φτιάξω καφέ? πάω καλύτερα μια βόλτα. (το λένε και Νομαρχία ενίοτε)
στα τηλέφωνα είμαι συνεχώς απασχολημένη κι αν κάνεις πως πλησιάζεις δεν προλαβαίνω,
έχω άλλα να κάνω. να δω πότε θα βγω..
περνάνε τόσα πράγματα απο το μυαλό μου κι ούτε ένα απο αυτά που να 'χει να κάνει με τη δουλειά μου. Τα επείγοντα, καλύτερα τα εξαιρετικά επείγοντα, τα βολεύω τις Κυριακές.
το κακό είναι πως αυτή τη στιγμή αν λείψω, γυρνώντας μάλλον θα κάθεται άλλος στη θέση μου, δικαίως. το κακό όμως δεν είναι αυτό, είναι πως ο μόνος λόγος που δεν το κάνω, είναι η βαρεμάρα που νιώθω στην υποψία αναζήτησης νέας θέσης.
γιατρέ μου,
πρέπει να σε δω, επειγόντως

όχι δεν είναι το καλοκέρι, αυτό αργεί ακόμα.

φιλιά σ'αυτούς που πάνε διακοπές και που πολύ θα μου λείψουν,
φιλί στο μικρό που ήρθε χθες χαράματα και μου 'φτιαξε το βράδυ,
φιλί στο μικρό μου πόνυ

p.s N. αν κάποια στιγμή σε πετύχω πουθενά, δεν πρόκειται να δείξω ίχνος επιείκειας :ΡΡΡ

4.7.07

Άοπλη

ballet-figure-4.jpg

με το πρόσωπο κολλημένο στο τζάμι,

δίχως όπλα

οι αστραπές διχάζουν τη σκέψη,

σκεπάζουν του χτύπους,

μια που σε φτάνω

ακολουθώ τις σταγόνες

έρχεσαι μέσα μου, με διασχίζεις

ουρανός με θάλασσα ένα παραβάν γκρι, στα μάτια σου

ήταν που είδα

σκιές.



3.7.07

βοήθειά μας


ܐܰܒܽܘܢ ܕܒܰܫܡܰܝܳܐ
ܢܶܬܩܰܕܰܫ ܫܡܳܟ
ܬܺܐܬܶܐ ܡܰܠܟܽܘܬܳܟ
ܢܶܗܘܶܐ ܨܶܒܝܳܢܳܟ
ܐܰܝܟܰܢܳܐ ܕܒܰܫܡܰܝܳܐ ܐܳܦ ܒܐܰܪܥܳܐ
ܗܰܒ ܠܰܢ ܠܰܚܡܳܐ ܕܣܽܘܢܩܳܢܰܢ ܝܰܘܡܳܢܳܐ
ܘܰܫܒܽܘܩ ܠܰܢ ܚܰܘܒܰܝܢ ܘܰܚܬܳܗܰܝܢ
ܐܰܝܟܰܢܳܐ ܕܐܳܦ ܚܢܰܢ
ܫܒܰܩܢ ܠܚܰܝܳܒܰܝܢ
ܠܳܐ ܬܰܥܠܰܢ ܠܢܶܣܝܽܘܢܳܐ
ܐܶܠܳܐ ܦܰܨܳܐ ܠܰܢ ܡܶܢ ܒܺܝܫܳܐ
ܡܶܬܽܠ ܕܕܺܝܠܳܟܺ ܗܝ ܡܰܠܟܽܘܬܳܐ
ܚܰܝܠܳܐ ܘܬܶܫܒܽܘܚܬܳܐ
ܠܥܳܠܰܡ ܥܳܠܡܺܝܢ ܐܰܡܺܝܢ܀


2.7.07

267018941_f043fe0785.jpg


ΚΙ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΟΥΜΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟ

ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΙΟΛΑΣ ΝΕΚΡΟΙ

1.7.07

Take The Long Way Home


The long way home....
Now I'm in the flow
The long way home....

I've been in places by chance, never intended to go.
And so ended my youth, I once depended on proof,
now I'm in the flow.
There are things I know beyond knowing.
Seems growing.
I lift ya of the earth, mundane and glum, out the
solar system, way past the sun. Till my
kingdom come.

I guided sleeping rough on the streets in the rain.
I guided learning to share my people's pain.
I guided making flowers of broken hearts of stone.
I guided 'cause I always took the long way home...



30.6.07

όνειρο



Μα σε ποιον νομίζεις πως μιλάς?

Τόσα χρόνια θαρρείς δεν σ'έμαθα?
Τρελλός είσαι.
Αυτός είσαι, που ξεχνιέται καμιά φορά και πιστευει.
Νομίζει τουλάχιστον.
Στοιχειώνεις σε ξινισμένα υγρα ξεχασμένος
κάτω από τεράστιες σκονισμένες μαύρες σακούλες,
τυλιγμένος στην υγρασία της σκοτεινής αποθήκης.

μ'αναπνοές δικές μου, με δανεικές βολεύεσαι.

κάθε φορά τα ίδια κάνεις..

για πόσο ακόμα?

κι αρχίζεις πάλι να ιδρώνεις..
σαν το σκυλί γλύφεις τα μπροστινά σου πόδια

ανάποδα

ανάποδα

περπατάς

πάλι

ανάποδα

-Έχουμε λίγο ακόμα..

-Ωωωω, ναι, ε? Αλήθεια..

Γιατί συνάντησα ξανά εκείνον χθες βράδυ κι ήταν ιδαίτερα φλύαρος, ξέρεις!
αλλά όχι! δεν θα σου πω! όχι!

Θα δεις μόνη σου πως εκείνος ξέρει καλά τι λέει!
Ακούς? Μόνη σου.

Πίσω απ'τη τζαμαρία ξεχώριζε από μακριά η σκούρα του φιγούρα το πρωί.

Δεν είχε καμία όρεξη να δει πάλι τα μούτρα του κι ετσι παρέμεινε σκυφτή στο γραφείο, δήθεν πως είναι χωμένη στα μπόλικα χαρτιά της.

Πώς ένοιωθε την απειλή όσο μακριά κι αν ήταν κάθε φορά, πραγματικά εντυπωσιακό.

πως την ξεγελούσε κάθε φορά και πάλι πιο δεμένη ένοιωθε.
δική μου, της ψιθύριζε κάθε βράδυ που πριν κοιμηθεί του γυριζε την πλάτη.

της χάιδευε τα μαλλιά, περνούσε το χέρι του στη μέση της και όλο το βράδυ της μιλούσε.

αυτός ήταν ο χρόνος τους. μόνο οι δυο τους.

Περπατούσε στον διάδρομο με βήματα αργά να προλάβει να της κλέψει όσα μπορεί πριν πλησιάσει.
Και σήμερα πάλι κάτι δεν του άρεσε, για την ακρίβεια εδώ και μέρες κάτι είχε καταλάβει..

"σε είχε μάλλον βαρεθεί πια κι ας μην τολμά να στο πει" του 'λεγαν.

Να 'τος πάλι, σκέφτηκε.

Σήμερα, δεν θα της μιλούσε.

Την άφησε πίσω του ήσυχη.

Θα της περάσει, σκέφτηκε.

Θα ηρεμήσει και θα ΄μαστε όπως πριν.

Μόνο γύρισε την επιγραφή της γυάλινης πόρτας του γραφείου της περνώντας.

τώρα έγραφε:

"ΜΗΝ ΕΝΟΧΛΕΙΤΕ".

Κάθισε απέναντι σιωπηλός. Ακίνητος.

Την κοιτούσε μόνο στα μάτια.

Χτύπησε το τηλέφωνο.

-Γύρισες επιτέλους?

-Εεε.., δεν έφυγα τελικά, έμεινα σπίτι.

-Εχθές βράδυ.. έμαθα! χθες επιτέλους έμαθα πώς πετάνε, ακούς!

-..χθες το βράδυ μετρούσα σπασμούς ..



27.6.07

24.6.07

22.6.07


20.6.07

Oι τελευταίοι

Mεγάλα λόγια
που φωνάξαμε στους δρόμους
μικρές αλήθειες που αποσιωπήσαμε στον εαυτό μας...

Γι' αυτό σου λέω
πρέπει να βρείς έναν άλλο τρόπο να ξεχωρίζεις τους ανθρώπους,
όχι να περιμένεις την πράξη - είναι τότε αργά.

...σκορπιασμένα τα
φύλλα του ημερολογίου σαν μικροί απεριποίητοι τάφοι
σ' ένα ιδιόκτητο κοιμητήρι.

Tα μαλλιά της γεράσανε και πάνω στα ωχρά της χείλη
σαπίζουν αρχαία μακρόσυρτα φιλιά και πολλά ανοιξιάτικα λόγια.

...και μέναμε κι οι δυό μετέωροι κι ολομόναχοι, κρεμασμένοι
απ' την αρπαγή
μιας ασυνάντητης ηδονής...

...είναι τώρα το ανάχωμα
ενός τάφου
που έθαψαν όλη την εφηβική παντοδυναμία μου.

Γιατί οι άνθρωποι μόνο όταν βλέπουν τον εαυτό τους μέσα σου
βεβαιώνονται οτι κι εσύ υπάρχεις.

...ο ουρανίσκος μου είναι
ένα μικρό κοιμητήρι όπου σαπίζουν
χιλιάδες ανείπωτα λόγια.

Tο ρόλο μας τον διαλέξαμε οι ίδιοι εμείς - την πρώτη μέρα
που διστάσαμε να πάρουμε μιάν απόφαση ή που σταθήκαμε εύκολοι
σε μιάν αναβολή.

Oλα όσα αρνηθήκαμε - αυτό είναι το πεπρωμένο μας.

H μήπως το μέγιστο μάθημα του Iησού ήταν η ώρα η νεανική
που θάπρεπε να πεθάνουμε.

...τα βήματα μιας μεγάλης ώρας που προσπαθήσαμε ν' αποφύγουμε
τα βήματα μιάς μικρής θυσίας που δεν τολμήσαμε να κάνουμε...

...κάθε τόσο σηκωνόταν κι έβγαζε το καπέλο του
σαν να ζητούσε συγνώμην που υπήρχε.

...η αίσθηση του ανεκπλήρωτου
όταν είχαμε πετύχει, φιλοδοξίες, τύψεις, γενναιότητες
που σαν μεγεθυντικοί φακοί μεγάλωναν ώς το άπειρο
τον ελάχιστο εαυτό μας...
Kαι δεν είδαμε τίποτα απ' τον απέραντο κόσμο.

..

Λειβαδίτης Τάσος (1966)





19.6.07


Ε

Μ

Π

Ι

Σ

Τ

Ο

Σ

Υ

Ν

Η

17.6.07

μ0β


Περπατούσε με μεγάλα, γρήγορα βήματα, αγχώθηκε για μια στιγμή νομίζοντας πως χάθηκε στα στενά. Ήταν κι αυτοί οι δυο αρκετά περίεργοι, γεροδεμένοι άντρες που είδε να φεύγουν πίσω της. Κάποιος πάνω σε μηχανή προσφέρθηκε να την "πετάξει" μέχρι παρακάτω. Δεν του απάντησε. Περπάτουσε κοιτώντας μόνο μπροστά. Ευτυχώς γρήγορα έφυγε. Συνήθως έτσι κάνουν. Αν και κάπου θα 'θελε ακριβώς να την πετάξει τώρα.

Μπήκε στ'αμάξι και αφού βεβαιώθηκε πως δεν ήταν κανείς τριγύρω έβαλε το κλειδί στη μηχανή μόνο για να παίξει τ'αγαπημένο κομμάτι.Το πάρκινγκ που είχε ένα σωρό αυτοκίνητα πριν, τώρα σχεδόν άδειο. Δυο αυτοκίνητα μόνο, παρατημένα απέναντι σε μια αλάνα από χαλίκι που στα σκοτεινά το 'λεγες και χιόνι. Χιόνι την 17η Ιουνίου όμως?
Πόσο περίεργο θα 'ταν. Ανέβασε το βλέμμα ψηλά σε κάτι ξεχασμένα ρούχα, σε μια ταράτσα, όλα πορτοκαλί, όλα όμοια, σαν το χρωμα του έρημου στενού.
Μ'ευλάβεια αγκάλιασε το τιμόνι. σαν να ταν μωρό. Πέταξε με μιας το τσιγάρο απ'έξω.

Πόσα λίγα και πόσα πολλά μπορεί να σημαίνουν. Ποιος θα βρισκόταν να της πει πόσα?
Ποιον θα άκουγε κι αυτή? Για λίγο, για μια στιγμούλα μόνο, δάκρυσε.
Θα 'ταν που θα'θελε πολύ τώρα να μπορούσε ν'ακουσει μια φωνή ήρεμη, μια ήσυχη φωνή.

Περισσότερο όμως θα 'θελε, να μπορεί να πάρει για λίγο μια φιγούρα, μια σκιά από ενα χαμόγελο. Με μια ανάσα..για λίγο. Και θυμήθηκε μια νύχτα απ'αυτές που τόσο γρήγορα φεύγουν.. Δεν τις καταλαβαίνει τις μέρες.

Δεν φιλιούνται οι άνθρωποι σαν γνωρίζονται.

Μέχρι να τελειώσει κι'αυτό θα πρέπει να το 'χει διαβάσει σκέφτηκε κι άναψε κι άλλο τσιγάρο.

Και να την πάλι. Μια σφιχτή αγκαλιά μόλις πέρασε από μπροστά της από αυτές που σαν στα πάντα παραδομένη σηκώνεις τα χέρια ψηλά και κλείνεις τα μάτια, ξέρεις.. απ'αυτές που τις ακούς μόνο.

Έφυγε..πόσο μακρινή έμοιαζε μέσα σε τόσο λίγο.. Τί θα μπορούσε ν'ακούσει...

Σκούπισε τα μάτια όπως όπως, έβαλε μπροστά τη μηχανή κι έγινε και εκείνη πορτοκαλί με τον δρόμο χωρίς να ξέρει για που ξεκίνησε. Σαν μέσα από όνειρο, βρέθηκε σε μια στιγμή στο αεροδρόμιο. Πρώτη φορά δεν ήξερε γιατί είχε έρθει. Δεν είχε κανέναν να πάρει και κανέναν ν'αφήσει. πορτοκαλί.

Κι εκείνη έπρεπε ν'ακολουθήσει τα σήματα μόνο για Αθήνα. Σταμάτησε αρκετές φορές, ήθελε να μην αφήσει τίποτα απ'έξω. Κανέναν και καμιά. Αυτός ο αέρας, σκεφτόταν καθώς ξεκινούσε πάλι, μακάρι να έπαιρνε μαζί του όλες τις υποψίες , έτσι, σε μια στιγμή.

Επόμενη στάση..πάνω απ'τα φώτα μιας πόλης που όλα τόσο μαζεμένα, τόσο κοντινά το 'να στ'άλλο τόση μοναξιά μαζεύουν, μια ολοστρόγγυλη, στιλπνή, γυάλινη μπάλα. Χορεύοντας απ'άκρη σ'άκρη μέσα σ'άυτό τον πανύψηλο φράχτη στα μάτια σου.

Κι όλα βαμμένα μ'αυτό το απαίσιο πορτοκαλί.

Μα..απ'τον καθρέφτη ξημέρωνε κιόλας.. κι όλα θα βάφονταν μωβ... Κι άλλο τσιγάρο.

Διάολε, αυτές οι ευθείες κάνουν αυτή την πρώτη στροφή να μοιάζει τόσο προκλητική.

Είχε ήδη φτάσει.

Θα έλεγες πως απόψε δεν ήθελε να γυρίσει πουθενά.

Άφησε το αμάξι σ'ένα πεζοδρόμιο πάνω.

Το υπόγειο, δεν θα το άντεχε τώρα.

15.6.07

ιπτΑμενα

Είναι φορές σαν κι αυτή που φαντάζομαι πως είναι τόσο μακριά τα πόδια μου που μπορώ από ταράτσα σε ταράτσα να πηδώ χωρίς τίποτα να μου κόβει τη φόρα και να αγγίζω τη θάλασσα μέσα απ΄την τελευταία μου πτώση που φτάνει απέναντι σε μια στεριά. σ’ ένα έρημο νησί που θα μοιάζει με τον ελέφαντα που φανταζόμασταν πως θα ‘ναι και ποτέ δεν πήγαμε ακριβώς γι’άυτό, για να μπορούμε να φανταζόμαστε. και θα ΄μαι λίγο βαριά με το νερό να τρέχει πάνω μου και θα κόβω τα περίεργα λουλούδια που θα βρίσκω και μυρίζουν υπέροχα μα δεν θα ξέρω τα ονόματά τους και έτσι θα τους δίνω δικά μου.. και θα ‘ρχεται το βράδυ και ο ήλιος θα τρέχει να κρυφτεί. και θα λάμπει στην θέση του το φεγγάρι που θα φωτίζει την θάλασσα κι όλα της τα νάζια και θα τονίζει την ηρεμία και την γαλήνη μου και.. θα ανάβουμε μια φωτιά πιο μεγάλη κάθε φορά για είναι δύσκολο να σβήνει.


12.6.07

Αν ασφάλεια


Nα πάρεις ό,τι χρειάζεσαι.
Μετά μπορείς να φύγεις.

Αν είναι όμως να φύγεις πιο γρήγορα, μπορώ να σε βοηθήσω κι εγώ.
Δεν τρίβω πια τα χέρια μου, μα τα γονατά μου
ξαπλωμένη στην άνετη πολυθρόνα μου να
σε χαζεύω σαν να ξέρω πως δεν θα σε ξαναδώ.
Και δεν χαμογελώ γιατί μόνο τώρα είμαι σίγουρη πως
έτσι θα γίνει. Γιατί τώρα γίνεται.
Θα σου ανοίξω την πόρτα. Θα την κλείσω για σένα.
Θα σε βάλω στο τρένο και θα βγω στο μπαλκόνι να βεβαιωθώ πως θα χαθείς κάποια στιγμή απ’τα μάτια μου.
Μετά θα καθίσω, ήρεμη πια, να συνεχίσω το αγαπημένο μου βιβλίο μου από ‘κει
που το άφησα.
Δεν θα θυμάμαι από πού και έτσι θα ξεκινήσω απ΄την αρχή πάλι.
Σε λίγο θα έρθω να με βρω.
Πλησίασα
ήδη.
Στο λιγοστό ουίσκι στο ποτήρι μου, νομίζω με είδα να μου κλείνω το μάτι.
Στα δυο μου βιβλία, στην ξεχασμένη οθόνη,
και στην βουτιά που καίγεται να της δοθώ
χωρίς κανένα δισταγμό.

έρχομαι..

7.6.07


ΜΗΝ ξεχνιέσαι.
ΜΗΝ αφήνεσαι.
ΜΗΝ σκέφτεσαι.
ΜΗΝ ρωτάς, κυρίως
ΜΗΝ απαντάς.

MHΝ σου χυθεί ο καφές.
ΜΗΝ σου ξεφύγει.
ΜΗΝ χάσεις το ραντεβού.
ΜΗΝ ξεχάσεις το mail.
ΜΗΝ νομίζεις πως ξέρεις.

ΜΗΝ το σηκώσεις.
ΜΗΝ τολμήσεις.
ΜΗΝ αργήσεις.
ΜΗΝ πας.
ΜΗΝ έρθεις.
ΜΗΝ πεις τίποτα, κυρίως
ΜΗΝ αλλάξεις τίποτα.


μα
είναι
τόσα
που θέλουν

6.6.07


Kάποτε θα θυμηθώ κάτι τόσο ωραίο, θά 'ναι φθινόπωρο σ' εκείνη τη μικρή πάροδο με τα υαλοπωλεία, εκεί που, όταν ξεπέσαμε, ο πατέρας πουλούσε ονειροκρίτες ― από τότε δεν ξαναβγήκα απ' τ' όνειρο κι όμως κρύωνα, αλλά μπορούσα τουλάχιστο να παραδοθώ στ' ανώμαλα πάθη μου: τη μελαγχολία ή το συνωστισμό ― γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς, εγώ κανέναν ποτέ δεν αγάπησα κι αυτό το τρυφερό βλέμμα μου ήταν για εντελώς ιδιωτική χρήση
σαν την αθανασία των ποιητών.


Τ.Λειβαδίτης
Ανώμαλα Πάθη

27.5.07



Ανοίγοντας τα μάτια της αγχώθηκε για μια στιγμή σαν ήρθαν στο μυαλό δεκάδες υποχρεώσεις μα είχε ήδη καθυστερήσει αρκετά
οπότε όλα σκέφτηκε πως σήμερα, μπορούν όλα να περιμένουν, για λίγο έστω.

Μέχρι το βρεγμένο τσιγάρο να ακουμπήσει στα χείλη της δεν είχε καταλάβει πως βρεχόνταν.
Έκλεισε το αυτοκίνητο βαριεστημένα.

Ακινητοποιημένη σε λασπωμένο δρόμο και βλέμμα που πάλευε μ'όση δύναμη είχε να ξεκολλήσει απο το βρεγμένο τζάμι.
προσπαθούσε να θυμηθεί σωστά τ'όνειρό που ΄δε το περασμένο βράδυ στον ύπνο της, να το δέσει.
Άφησε για ώρα την βρύση να τρέχει και γύριζε στο σπίτι χωρίς λόγο, από γωνιά σε γωνιά σαν να ψαχνε να βρει
κρυψώνα.
Βυθίστηκε σε
ζεστό νερό μα η ανάγκη της να το νιώσει να τρέχει καυτό στην πλατη της την έκανε να σηκωθεί με αργές κινήσεις.
Οι υπόλοιπες ακολούθησαν η μια την άλλη.
Θα κόντευε εντεκα, αγχώθηκε σαν άκουσε τον ήχο του κουδουνιού καθώς την ανάγκασε γρήγορα να βρει κάτι να ρίξει πάνω της πριν

ανοίξει.Θυμόταν επίσης πως σκούπιζε τα μάτια της στον δρόμο προς την πόρτα, μα δεν θυμόταν
γιατί.
Εκείνος σάστισε για μια στιγμή, αγχωμένος της έδωσε μια αγκαλιά λουλούδια.
Αφού τον ευχαρίστησε πάντα με χαμόγελο, άφησε την πόρτα να κλείσει πίσω της.
Έκατσε στον καναπέ και άνοιξε την κάρτα.
Την κράτησε έπειτα σφιχτά. Την έκρυψε στο στήθος.
Γέλιο με δάκρυ ένα έγιναν ξανά.
μια διάφανη αγκαλιά.



17.5.07












Ένας αέρας φύσηξε
μα σε κανένα δάσος
φύλλο ούτ' ένα δεν κινήθηκε
μαζι του όμως κουβάλησε μια παγωνιά
και απ'των Πουλιών την Επικράτεια πιο πέρα
αέρας που αφύπνισε μια Χαρμολύπη απόμακρη
σαν το Αμφίδρομο Ταλάντεμα του Χωρισμού
Στην αγκαλιά την Αρκτική γαληνεμένο
Μέχρι το τίποτα.